Η πτώση της Κου Κλουξ Κλαν: Πώς «γονάτισαν» οι τρομοκράτες με τα λευκά σεντόνια

Στα τέλη του 1865, μετά το τέλος του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, μια ομάδα ηττημένων αξιωματικών του Νότου συνωμότησαν για να συγκροτήσουν μια λέσχη κοινωνικών συναναστροφών στο Πουλάσκι του Τενεσί. Βάσισαν τα αλλόκοτα εμβλήματα της λέσχης τους και την εμμονή τους σε μυστικές τελετουργίες για την ένταξη μελών σε μια ακίνδυνη αδελφότητα που λεγόταν Γιοι της Μάλτας. Ονόμασαν την ομάδα Κου Κλουξ Κλαν. Για τα επόμενα 150 χρόνια ο ρατσισμός και η βία της Κλαν θα παραμόρφωνε τη ζωή των Αμερικανών. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της, τα μέλη της Κλαν λιντσάρισαν, βίασαν και δολοφόνησαν, διαπράττοντας τρομοκρατικές ενέργειες, διασπείροντας ρατσιστική προπαγάνδα και τρομοκρατώντας τους Αμερικανούς μαύρους για να μην ασκούν τα δημοκρατικά εκλογικά τους δικαιώματα. Ταυτόχρονα, μαύροι και λευκοί Αμερικανοί έχουν αγωνιστεί ενάντια στην τυραννία της Κλαν – και όχι μόνο στα δικαστήρια. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει καταστείλει δύο φορές την Κλαν, μία στα τέλη του 19ου αιώνα και ξανά στα μέσα του 20ού.

Ωστόσο, και τις δύο φορές η Κλαν έχει σηκώσει κεφάλι, προκαλώντας εκ νέου αγανάκτηση. Ο εμφύλιος πόλεμος μεταμόρφωσε τον Νότο από οικονομική δύναμη σε φτωχό συγγενή του Βορρά. Η χειραφέτηση των σκλάβων στον Νότο έπληξε το κύρος των λευκών και την οικονομική και άνετη ζωή που είχαν χτίσει στις πλάτες των σκλάβων τους. Η Κλαν εξαπλώθηκε ραγδαία σε κάθε νότια πολιτεία, επιβάλλοντας το βασίλειο του τρόμου σε μια περιοχή ήδη αποδιοργανωμένη από τον πόλεμο. Επικεφαλής σε κάθε κομητεία ήταν ένας Μέγας Γίγας. Οι τέσσερις βοηθοί του ονομάζονταν Γκόμπλιν. Ένας Μέγας Θησαυροφύλακας ήλεγχε τα οικονομικά και ένας Μέγας Γραφέας ενημέρωνε το ημερολόγιο. Αυτή η παράλογη νομενκλατούρα υπέθαλπε τον ρατσισμό και την ωμότητα με τα οποία η Κλαν στιγμάτισε την περιοχή. Η κυβέρνηση του δημοκρατικού Οδυσσέα Γκραντ στην Ουάσινγκτον ήθελε να κατοχυρώσει νομικά την ισότητα των πρώην σκλάβων του Νότου και να δεσμεύσει ομοσπονδιακά κεφάλαια για την Ανασυγκρότηση ενός νέου Νότου. Όμως πολλοί νότιοι δημοκρατικοί επιθυμούσαν την ανοικοδόμηση του Παλιού Νότου μέσω πολιτειακών φυλετικών νόμων και βίας.

Τον Μάιο του 1866, έπειτα από έναν καβγά μεταξύ λευκών πολιτών και μαύρων πρώην στρατιωτών στο Μέμφις του Τενεσί, οι λευκοί προκάλεσαν ταραχές στη συνοικία των μαύρων της πόλης με τη συνδρομή λευκών αστυνομικών. Σχολεία και εκκλησίες πυρπολήθηκαν, 46 άνθρωποι σκοτώθηκαν και άλλοι 70 τραυματίστηκαν. Δύο μήνες αργότερα, λευκοί ρατσιστές επιτέθηκαν σε μια συγκέντρωση για τα εκλογικά δικαιώματα των μαύρων. Δολοφονήθηκαν τριάντα επτά άτομα, καθώς και τρεις λευκοί που είχαν σπεύσει να υπερασπιστούν τους μαύρους. Το 1888 η Κλαν αυτοπροσδιοριζόταν ως «Η Αόρατη Αυτοκρατορία του Νότου» και μπορεί να είχε πάνω από 500.000 μέλη. Λέγεται ότι ο Μέγας Μάγος, ο αόρατος αυτοκράτοράς της, ήταν ο Νέιθαν Μπέντφορντ Φόρεστ, ένας πρώην στρατηγός των Νοτίων. Ομάδες έκαναν επιθέσεις σε μαύρους «απελεύθερους» χωρίς να διώκονται, πυρπολώντας σπίτια και σχολεία, σκοτώνοντας και τρομοκρατώντας πολιτικούς των δημοκρατικών. Ωστόσο, ο υπέρτατος στόχος της Κλαν ήταν η κυβέρνηση των δημοκρατικών στην Ουάσινγκτον. Τον Ιούλιο του 1868 το Κογκρέσο ψήφισε τη Δέκατη Τέταρτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ, επικυρώνοντας διά νόμου την ισονομία όλων των πολιτών. Αργότερα την ίδια χρονιά ο Γκραντ έθεσε υποψηφιότητα για να επανεκλεγεί και η Κλαν εξαπέλυσε μια τρομοκρατική εκστρατεία για να εκφοβίσει τους ψηφοφόρους των δημοκρατικών. Στο Κάνσας δολοφονήθηκαν πάνω από 2.000 άτομα. Στην Τζόρτζια χιλιάδες δέχτηκαν απειλές και ξυλοκοπήθηκαν. Στη Λουιζιάνα πάνω από 1.000 μαύροι δολοφονήθηκαν τις εβδομάδες που προηγήθηκαν των εκλογών. Η Κλαν απειλούσε την αμερικανική δημοκρατία, αλλά δεν μπορούσε να επηρεάσει τις εκλογές.


Ο Γκραντ νίκησε και οι δημοκρατικοί κυριάρχησαν στο Κογκρέσο. Τον Φεβρουάριο του 1869 το Κογκρέσο ψήφισε την Δέκατη Πέμπτη Τροπολογία, παρέχοντας στους μαύρους δικαίωμα ψήφου σε όλες τις πολιτείες. Το 1870 και το 1871 η κυβέρνηση ψήφισε δύο Αναγκαστικούς Νόμους που προστάτευαν τα εκλογικά δικαιώματα των μαύρων και το 1871 η κυβέρνηση Γκραντ εξασφάλισε την ψήφιση του αντιτρομοκρατικού Νόμου για την Κου Κλουξ Κλαν. Οι ωμές και βίαιες μέθοδοι της Κλαν τής είχαν γυρίσει μπούμερανγκ. Αμφισβητώντας την εξουσία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, υπενθύμισαν στους Βόρειους για ποιο λόγο είχαν πολεμήσει αρχικά στον εμφύλιο. Προκάλεσαν επίσης την αντίδραση της κοινής γνώμης. Πολλοί λευκοί, ιδίως στον Βορρά, είχαν απαυδήσει από τη βία της Κλαν σε βάρος των μαύρων και πίεσαν τους εκπροσώπους τους στο Κογκρέσο να δράσουν. Η Κλαν είχε αποτύχει να νικήσει τις δημοκρατικές κυβερνήσεις στον Νότο, όπως είχε αποτύχει να τρομοκρατήσει τους νότιους ψηφοφόρους. Οι μέθοδοί της είχαν ενισχύσει την αντίσταση της κοινής γνώμης. Τη δεκαετία του 1870 η Κλαν εξασθένησε, αλλά δεν εξαφανίστηκε. Ο Γκραντ και οι δημοκρατικοί είχαν δημιουργήσει τα νομικά μέσα για την ένταξη των πρώην σκλάβων στην πολιτική και κοινωνική ζωή, καθώς και για την οικοδόμηση ενός νέου, πιο δίκαιου Νότου.

Όμως, η δημιουργία ειρηνικών σχέσεων ανάμεσα στον Νότο και τον Βορρά ήταν μεγαλύτερη προτεραιότητα από την κατοχύρωση δημοκρατικών δικαιωμάτων για τους μαύρους του Νότου, ιδίως μετά το 1873, όταν μια οικονομική κρίση απείλησε να προκαλέσει κατάρρευση της εθνικής οικονομίας. Ενώ η βία και η περιφρόνηση της Κλαν απέναντι στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση αντιμετωπίστηκαν κατασταλτικά, οι νότιοι δημοκρατικοί υπεραμύνθηκαν των πολιτειακών τους νόμων. Οι νόμοι του «Τζιμ Κρόου» δημιούργησαν έναν ιστό από ρατσιστικούς νόμους για να ακυρώσουν τα θεωρητικά δικαιώματα των μαύρων ψηφοφόρων. Οι νότιοι δημοκράτες ήλεγχαν τα πολιτειακά δικαστήρια και την πολιτειακή νομοθεσία. Αυτό τους επέτρεψε να δημιουργήσουν ένα κλίμα εκφοβισμού αρκετά ισχυρό ώστε να εξουδετερώσουν τη Δέκατη Τέταρτη και Δέκατη Πέμπτη Τροπολογία. Οι Αναγκαστικοί Νόμοι τέθηκαν σε ισχύ τις δεκαετίες του 1870 και του 1880, αλλά δεν επαρκούσαν για να ξεριζώσουν τις συμπάθειες προς την Κλαν. Περίπου 5.000 νότιοι λευκοί παραπέμφθηκαν σε δίκη, αλλά μόνο 1.000 καταδικάστηκαν. Σχεδόν όλη η κοινότητα των λευκών του Νότου συνέχισε να υποστηρίζει την Κλαν. Εμφανίστηκαν παρόμοιες ομάδες – η Ένωση Λευκών στη Λουιζιάνα και οι Ερυθροχίτωνες στο Μισισίπι και στη Νότια Καρολίνα. Οι πολυάριθμοι πρώην στρατιώτες της Ομοσπονδίας, πολλοί από τους οποίους είχαν γυρίσει από τον πόλεμο για να βρουν τις οικογένειές τους μέσα στην εξαθλίωση, συγκρότησαν μια επικίνδυνη δεξαμενή μελών. Σε μια νέα ήττα της κυβέρνησης, το 1882 το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματικά τμήματα του νόμου για την Κου Κλουξ Κλαν και αποφάσισε ότι η κυβέρνηση δεν μπορούσε να νομοθετεί σε βάρος «ιδιωτικών συνωμοσιών». Η Κλαν είχε σχηματιστεί και είχε εξασθενήσει σε μια περίοδο μεταπολεμικής ένδειας και δυσαρέσκειας. Όμως επανέκαμψε σε μια εποχή ειρήνης και ευημερίας, τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και τις πρώτες του 20ού, την Επίχρυση Εποχή, σύμφωνα με τον Μαρκ Τουέιν.

In this Saturday, April 23, 2016 photo, members of the Ku Klux Klan participate in cross and swastika burnings after a “white pride” rally in rural Paulding County near Cedar Town, Ga. The Alabama-based Southern Poverty Law Center, an advocacy group that tracks activity by groups it considers extremist, says there’s no evidence the Klan is returning to the strength of its heyday. (AP Photo/Mike Stewart)

Τα λάφυρα αυτής της περιόδου από την κατασκευή του σιδηροδρόμου και την εκβιομηχάνιση δεν μοιράστηκαν εξίσου. Η οικονομία της βιομηχανίας του Βορρά ανέπτυσσε ταχύτητα, ενώ ο Νότος παρέμενε γεωργικός και οπισθοδρομικός. Εμφανίστηκαν εντάσεις ανάμεσα στην αγροτική και την αστική Αμερική. Η δεκαετία του 1890 ήταν η εποχή του Ουίλιαμ Τζένινγκς Μπράιαν και του Λαϊκιστικού Κόμματος. Οι παλιές παραδόσεις του ρατσισμού σε βάρος των μαύρων συνέχισαν να διέπουν την καθημερινή ζωή στην ύπαιθρο όσο και στην πόλη. Στην επική ταινία Η Γέννηση ενός Έθνους του Ντ. Γ. Γκρίφιθ, η Κλαν περιγράφεται ως υπερασπιστής της ελευθερίας. Η ταινία του Γκρίφιθ ενέπνευσε την ίδρυση της Κλαν στην Ατλάντα της Τζόρτζια υπό την ηγεσία του Ουίλιαμ Τζόζεφ Σίμονς. Το πρόγραμμα του Σίμονς απηχούσε την αλλαγή των καιρών. Πέρα από τον παραδοσιακό ρατσισμό κατά των μαύρων και τη νοσταλγία για τον Νότο πριν από τον Εμφύλιο, η Κλαν προσείλκυε πλέον μέλη στρεφόμενη κατά των καθολικών και των Εβραίων (οι ιστορικοί εκτιμούν ότι οι δύο στους τρεις ομιλητές της Κλαν ήταν προτεστάντες ιερείς), ενώ προπαγάνδιζε τις παραδοσιακές αντιλήψεις για τις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα, αλλά και τον αντικομμουνισμό. Σε μια νέα έκφραση του εκσυγχρονισμού της, η «δεύτερη Κλαν» λειτούργησε ως επιχείρηση. Η «πρώτη Κλαν» ήταν μια απλή υπόθεση, χωρίς καταλόγους μελών και με περιορισμένη επικοινωνία μεταξύ των παραρτημάτων της. Η δεύτερη Κλαν αποσπούσε συνδρομή για την ένταξη νέων μελών και τους πουλούσε τον διαβόητο λευκό μανδύα της. Έστελνε στελέχη που ήταν γνωστοί ως Κλιγκλ για να στρατολογούν νέα μέλη και, με μια επινόηση που έχει πλέον χαράξει την Κλαν στη λαϊκή φαντασία, οργάνωνε μαζικά συλλαλητήρια πυρπολώντας σταυρούς για να γιορτάσει την επέκτασή της σε κάποια περιοχή. Το 1920 ο Σίμονς ανέθεσε σε δύο δημοσιολόγους, την Ελίζαμπεθ Τάιλερ και τον Έντουαρντ Γιανγκ Κλαρκ, τη διεύθυνση του εθνικού γραφείου της Κλαν. Η ευθυγράμμιση της Κλαν με την Ποτοαπαγόρευση αύξησε τον αριθμό των μελών της σχεδόν εν μία νυκτί. Το 1924 η Κλαν είχε 1,5-4 εκατομμύρια μέλη: δηλαδή, το 4% του πληθυσμού της Αμερικής. Αν και ισχυρότερη στη Δύση και στον Νότο, η Κλαν ήταν πλέον μια πανεθνική οργάνωση.

Η δεύτερη Κλαν είχε μέλη και στα δύο κόμματα, το Δημοκρατικό και το Ρεπουμπλικανικό. Είχε σημαντική συμμετοχή στις πόλεις, όπου η κατώτερη μεσαία τάξη αντιδρούσε στους μετανάστες από την Ευρώπη αλλά και στους μαύρους εσωτερικούς μετανάστες, που έλκονταν από τις οικονομικές ευκαιρίες. Στο Ντιτρόιτ η Κλαν είχε πάνω από 40.000 μέλη. Όταν το 1924 το Συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος ζήτησε την επικύρωση ενός ψηφίσματος που καταδίκαζε την Κλαν, απέτυχε να το περάσει οριακά. Η δεύτερη Κλαν κατέρρευσε για παρόμοιους λόγους με την πρώτη: τις βίαιες διαμαρτυρίες της και τα κινήματα αντίδρασης, όπως η Αντι-Δυσφημιστική Ένωση και η Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Έγχρωμων Ανθρώπων (NAACP). Το 1925, η δίκη του Ντι Σι Στίβενσον, του Μέγα Δράκοντα της Κλαν, στην Ιντιάνα για την απαγωγή, τον βιασμό και τη δολοφονία της δασκάλας Μεντζ Όμπερχολτσερ τράβηξε την προσοχή στην Κλαν έτσι όπως δεν την είχε τραβήξει το μπαράζ βίας εναντίον των μαύρων. Μια άλλη δυσάρεστη τροπή για την Κλαν στην Ιντιάνα ήταν η δημοσίευση του καταλόγου των μελών της. Το 1930 τα μέλη είχαν μειωθεί σε περίπου 100.000. Το 1939, ο Αυτοκρατορικός Μάγος Χάιραμ Ουέσλεϊ Ίβανς, ένας οδοντίατρος από το Τέξας, πούλησε την Κλαν στον Τζέιμς Κόουλσλοτ, έναν κτηνίατρο από την Ιντιάνα και στον Σάμιουελ Γκριν, έναν μαιευτήρα από την Ατλάντα, αλλά ούτε αυτοί κατάφεραν να αυξήσουν τα μέλη. Όταν το 1936 η Υπηρεσία Εσωτερικών Εσόδων απαίτησε από την Κλαν την καταβολή 685.000 δολαρίων για φόρους που δεν είχαν καταβληθεί, οι φύλακες της προτεσταντικής ηθικής των λευκών αναγκάστηκαν να διαλύσουν την εθνική οργάνωση. Όπως μετά τη διάλυση της πρώτης Κλαν, έτσι και τώρα επέζησαν τοπικές ομάδες από την κατάρρευση της δεύτερης. Και, όπως με την αναβίωση της δεύτερης Κλαν, μια τρίτη φάση δραστηριότητας αναπτύχθηκε σε ένα διαφορετικό πολιτικό σκηνικό.

Κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 εντάθηκαν οι εκστρατείες υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων από ομάδες μαύρων και λευκών προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή της Δέκατης Τέταρτης και της Δέκατης Πέμπτης Τροπολογίας σε όλους τους μαύρους Αμερικανούς, ιδίως στις πολιτείες του Νότου, όπου η πολιτική Ανασυγκρότηση είχε μείνει στη μέση. Η Κλαν είχε επιβιώσει σε τοπικό επίπεδο μετά τη διάλυση της εθνικής οργάνωσης και τώρα αναβίωσε μέσα από αυτό ακριβώς το τοπικό επίπεδο. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και του 1960, μέλη της Κλαν στην Αλαμπάμα, το Μισισίπι και την Τζόρτζια εκτόξευσαν εμπρηστικές βόμβες σε δεκάδες σπίτια μαύρων, σε περιοχές όπου αυξανόταν ο πληθυσμός τους. Μεταξύ 1947 και 1965 πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 50 βομβιστικές επιθέσεις στο Μπέρμπινγχαμ της Αλαμπάμα, με αποτέλεσμα η πόλη να αποκτήσει το υποκοριστικό «Βόμβινγχαμ». Στην Ατλάντα της Τζόρτζια πάνω από 40 σπίτια μαύρων έγιναν στόχος βομβών μεταξύ 1951 και 1952. Αυτή τη φορά η Κλαν αντιμετώπισε πολύ μεγάλη αντίσταση. Ομάδες όπως η NAACP και η εβραϊκή Αντι-Δυσφημιστική Ένωση συνεργάστηκαν με κατά τόπους μαύρους και λευκούς ακτιβιστές, αντιδρώντας στους νόμους του Τζιμ Κρόου. Η Κλαν όμως μπορούσε να βασίζεται στην υποστήριξη ντόπιων. Οι ένορκοι σε ποινικές υποθέσεις ήταν πάντα λευκοί, αφού οι νόμοι του Τζιμ Κρόου απέκλειαν τους μαύρους. Ενώ ο επικεφαλής του FBI Τζέι Έντγκαρ Χούβερ είχε πληροφοριοδότες μέσα στην Κλαν, ανησυχούσε περισσότερο για τον κομμουνισμό παρά για τον ρατσισμό των λευκών, και αφιέρωνε πόρους στην παρακολούθηση ακτιβιστών για τα πολιτικά δικαιώματα. Αρκετοί ντόπιοι επικεφαλής της αστυνομίας συμπαθούσαν την Κλαν. Όταν οι Επιβάτες της Ελευθερίας έφτασαν στην Αλαμπάμα τον Μάιο του 1961, ο αρχηγός της αστυνομίας «Μπουλ» Κόνορ και ο βοηθός του, Τομ Κουκ, ένα αφοσιωμένο μέλος της ΚΚΚ, κατέστρωσαν ένα σχέδιο για να σταματήσουν τους διαδηλωτές. Σύμφωνα με έναν πληροφοριοδότη του FBI σε τοπικό πυρήνα της ΚΚΚ, οι Κόνορ και Κουκ είχαν υποσχεθεί να καθυστερήσουν την άφιξη της αστυνομίας κατά 15 λεπτά, όταν τα δύο λεωφορεία με τους διαδηλωτές θα έφταναν στο Άνοστον της Αλαμπάμα.

Vincent Valdez has spent the past year working on a monumental painting for an upcoming exhibit at David Shelton Gallery in Houston. This is a detail from the piece. The work depicts a KKK gathering and was featured in the New York Times in March.

Οι Επιβάτες της Ελευθερίας έπεσαν σε ενέδρα της ΚΚΚ, ξυλοκοπήθηκαν και πυρπολήθηκε το ένα τους λεωφορείο. Όπως και πριν, η οχλοκρατική βία και οι δολοφονίες της ΚΚΚ απέτυχαν να αποτρέψουν την πολιτική μεταρρύθμιση. Θηριωδίες όπως η δολοφονία του οργανωτή της NAACP Μέντγκαρ Ίβανς στο Μισισίπι το 1963, η δολοφονία λίγο αργότερα την ίδια χρονιά τεσσάρων μαύρων μαθητριών στη βομβιστική επίθεση εναντίον της 16ης Εκκλησίας του Βαπτιστή στο Μπέρμπινγχαμ της Αλαμπάμα και η δολοφονία της Βαϊόλα Λιούτσο, μιας λευκής ακτιβίστριας και μητέρας πέντε παιδιών, στο Ντιτρόιτ το 1965 απλώς εξευτέλισαν την Κλαν στα μάτια της αμερικανικής κοινής γνώμης. Ο Νόμος περί Πολιτικών Δικαιωμάτων το 1965 ήταν άλλη μια ήττα για την Κλαν. Τα μέλη της συνέχισαν τον αγώνα τους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, διαπράττοντας βίαιες ενέργειες εναντίον της θετικής δράσης, των σχολικών λεωφορείων για λευκά και μαύρα παιδιά και την απελευθέρωση της μετανάστευσης για μη Ευρωπαίους. Όλες οι προσπάθειές της απέτυχαν χάρη στη δράση μαύρων και λευκών ακτιβιστών. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 η τρίτη αναβίωση της Κλαν είχε πλέον γονατίσει. Το FBI είχε διεισδύσει στην οργάνωση με τόσο μεγάλη επιτυχία που όλοι οι ηγέτες της υποπτεύονταν ο ένας τον άλλο ως προδότη. Ακτιβιστές δικηγόροι από το Νομικό Κέντρο Φτώχιας του Νότου υπέβαλαν μηνύσεις για λογαριασμό μαύρων Αμερικανών που είχαν τραυματιστεί από την Κλαν. Σε μια συμβολική υπόθεση από το 1981, δύο μέλη της Κλαν καταδικάστηκαν για το λιντσάρισμα του νεαρού μαύρου Μάικλ Ντόναλντ στην Ατλάντα. Με τη βοήθεια του κέντρου, η μητέρα του υπέβαλε μήνυση σε βάρος των Ηνωμένων Κλαν Αμερικής, κερδίζοντας αποζημίωση ύψους 7 εκατομμυρίων δολαρίων. Για να την πληρώσει, η Κλαν αναγκάστηκε να πουλήσει το αρχηγείο της. Το 1997 ο Χένρι Χέιζ, ένας από τους δολοφόνους του Ντόναλντ, εκτελέστηκε στην ηλεκτρική καρέκλα. Ήταν ο πρώτος λευκός που εκτελέστηκε στην Αλαμπάμα για έγκλημα σε βάρος μαύρου από το 1913. Για άλλη μία φορά όμως η Κλαν επιβίωσε. Το 1995, ενώ ο Χένρι Χέιζ περίμενε την εκτέλεσή του, ο Ντον Μπλακ και η Κλόε Χάρντιν (πρώην σύζυγος του σημερινού Μέγα Μάγου της ΚΚΚ, Ντέιβιντ Ντιουκ) έφτιαξαν έναν ιστότοπο με τίτλο Stormfront. Το σάιτ είναι πηγή μίσους εναντίον μαύρων, Εβραίων και μουσουλμάνων, με επίκεντρο τον λευκό εθνικισμό και τον νεοναζισμό. Ενώ ο αγώνας εναντίον του μίσους της Κου Κλουξ Κλαν είναι παρατεταμένος και βασανιστικός, κάθε ενσάρκωση της ομάδας έχει τελικά συντριβεί. Οι ιστορίες θριάμβου απέναντι στο μίσος και τη βία δίνουν ελπίδα ότι ακόμα και σε πείσμα των φρικαλεοτήτων, η ακραία μισαλλοδοξία μπορεί τελικά να προσαχθεί στη δικαιοσύνη.


Από το 1938 και μετά, η εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή «Oι Περιπέτειες του Σούπερμαν» γνώρισε μεγάλη επιτυχία στην Αμερική. Το 1946 ο ακτιβιστής Στέτσον Κένεντι, που είχε διεισδύσει στην Κλαν, έδειξε τα πορίσματά του στους παραγωγούς της εκπομπής. Oι παραγωγοί χρειάζονταν νέους κακοποιούς και συμφώνησαν τι θα έκαναν. Το αποτέλεσμα ήταν η σειρά επεισοδίων μιας ιστορίας με τίτλο «Η Φατρία του Πύρινου Σταυρού». Σύμφωνα με την ιστορία, όταν το ραδιοφωνικό κοινό έμαθε για τις παράξενες τελετές και τους μυστικούς κώδικες της Κλαν, η Κλαν έχασε μεγάλο μέρος της μυστικότητάς της και τα μέλη της άρχισαν να μειώνονται. Όμως ο ιστορικός του Σούπερμαν, Μάικλ Χέιντ, ισχυρίζεται ότι τα επεισόδια περιείχαν «μόνο μία» λέξη-κωδικό της Κλαν. Και πάλι όμως, η Κλαν εξοργίστηκε σε βαθμό που κάλεσε σε μποϊκοτάζ της Kellogg που ήταν χορηγός της εκπομπής. Παρά τη δυσπιστία τους, οι Αμερικανοί συνέχισαν να αγοράζουν κορν-φλέικς. Σίγουρα πάντως δεν έσπευσαν να ενταχθούν στην Κλαν, όταν άκουσαν τα επεισόδια όπου ο Άνθρωπος από Ατσάλι θριάμβευε επί του Μέγα Σκορπιού και των κουκουλοφόρων τραμπούκων του. Το 1946 τα μέλη της Κλαν ήδη μειώνονταν. Η δεύτερη Κλαν είχε πάψει να υπάρχει ως επίσημη οργάνωση. Αν και κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα την επιρροή που άσκησε η εκπομπή, μπορούμε να πούμε ότι «Η Φατρία του Πύρινου Σταυρού» έκανε ακόμα πιο δύσκολη την αναβίωση της Κλαν.


Τον Μάρτιο του 1981, όταν μαύροι και λευκοί ένορκοι απέτυχαν να καταδικάσουν τον μαύρο Τζόζεφους Άντερσον με την κατηγορία ότι είχε πυροβολήσει έναν λευκό αστυνομικό, μέλη της Κλαν πυρπόλησαν έναν σταυρό έξω από το δικαστήριο στο Μόμπαϊλ της Αλαμπάμα. Αργότερα την ίδια νύχτα, αφού απήγαγαν, ξυλοκόπησαν και δολοφόνησαν τον Μάικλ Ντόναλντ, άφησαν το πτώμα του να κρέμεται από ένα δέντρο σε μια μεικτή γειτονιά. Έπειτα από διετή έρευνα του FBI παραπέμφθηκαν τέσσερις άνδρες. Ό ένας, ο Μπένι Τζακ Χέιζ, ήταν ο δεύτερος στην ιεραρχία των Ηνωμένων Κλαν της Αλαμπάμα και πέθανε πριν ολοκληρωθεί η δίκη. Ό γιος του, ο Χένρι Φράνσις Χέιζ, καταδικάστηκε για φόνο και το 1987 έγινε ο πρώτος λευκός που εκτελέστηκε στην Αλαμπάμα για εγκλήματα σε βάρος μαύρου από το 1913. Δύο άλλοι άνδρες καταδικάστηκαν σε ισόβια. Ταυτόχρονα, η Μπέουλα Μέι Ντόναλντ, η μητέρα του Μάικλ, ξεκίνησε μια ποινική υπόθεση εναντίον των Ηνωμένων Κλαν της Αμερικής. Το 1987 ένα σώμα ενόρκων αποκλειστικά από λευκούς τη δικαίωσε και η Κλαν καταδικάστηκε να πληρώσει αποζημίωση ύψους 7 εκατομμυρίων δολαρίων. Για να πληρώσει μέρος της αποζημίωσης, η Κλαν μεταβίβασε στην κυρία Ντόναλντ τους τίτλους ιδιοκτησίας της αίθουσας συσκέψεων των Ηνωμένων Κλαν. Εκείνη χρησιμοποίησε μέρος των χρημάτων για να αγοράσει το πρώτο της σπίτι. Έπειτα, το 2006, η πόλη του Μόμπαϊλ αποφάσισε να ονομάσει τον δρόμο όπου είχαν κρεμάσει τον Μάικλ Ντόναλντ σε Λεωφόρο Μάικλ Ντόναλντ.


Στις 12 Ίουνίου 1963 ο Μέντγκαρ Ίβανς, ένας ακτιβιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το Μισισίπι που προσπαθούσε να ανατρέψει το καθεστώς των διακρίσεων στο Πανεπιστήμιο του Μισισίπι, πυροβολήθηκε στην πλάτη στο πάρκινγκ του σπιτιού του. Του αρνήθηκαν νοσοκομειακή περίθαλψη λόγω του χρώματός του και πέθανε με τραγικό τρόπο λίγες ώρες αργότερα. Κηδεύτηκε με στρατιωτικές τιμές βετεράνου. Ό δολοφόνος του, Μπάιρον Ντε Λα Μπέκγουιθ, ήταν πωλητής. Δύο σώματα ενόρκων αποκλειστικά από λευκούς απέτυχαν να συμφωνήσουν για την ενοχή του και τελικά, έπειτα από την αποκάλυψη νέων στοιχείων το 1994, ένα τρίτο σώμα τον καταδίκασε για τη δολοφονία του Ίβανς. Ό Μπέκγουιθ καταδικάστηκε και το 2001 πέθανε στη φυλακή σε ηλικία 80 ετών.