Άρθρα

Tα αναξιόπιστα (πλέον) βραβεία Grammy

Έξι μήνες μόνο κράτησε η «βασιλεία» της Ντέμπορα Ντάγκαν ως εκτελεστική διευθύντρια της Αμερικανικής Δισκογραφικής Ακαδημίας (Recording Academy), διοργανώτριας αρχής των βραβείων Grammy. Η Ντάγκαν που είχε αναλάβει την θέση τον περασμένο Αύγουστο, υποσχόμενη να ανανεώσει έναν θεσμό που μοιάζει όλο και πιο παρωχημένος και ταλανιζόταν από μια σειρά «εσωτερικά» σκάνδαλα (ο προηγούμενος Νιλ Πόρτνοου αντιμετωπίζει καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης), «τέθηκε σε διαθεσιμότητα» στις 16 Ιανουαρίου, δέκα μέρες πριν την 62η τελετή, κατηγορούμενη ότι «τραμπούκισε» βοηθό της. Δεν είναι τυχαίο μάλλον ότι λίγο πριν την αποπομπή της είχε υποβάλλει υπόμνημα καταθέτοντας τις έντονες ανησυχίες της για πάσης φύσεως παρατυπίες που είχαν υποπέσει στην αντίληψή της, δηλώνοντας ότι «κάτι σοβαρό τρέχει με την Ακαδημία». Και αμέσως μετά την απόλυση, έσπευσε να υποβάλλει γραπτή διαμαρτυρία στην Επιτροπή Ισότιμων Ευκαιριών Εργασίας (Equal Employment Opportunity Commission). Και το ερώτημα που προκύπτει λίγες ώρες πριν την έναρξη της 62ης τελετής και εν μέσω της σφοδρής κρίσης που μαστίζει τον οργανισμό εδώ και καιρό, είναι το εξής: Πόσο αξιόπιστα μπορούν να είναι τα βραβεία Grammy;

Ή μάλλον: Ήταν ποτέ αξιόπιστα; Το ερώτημα περιφέρεται πολλά χρόνια πριν από τα πρόσφατα σκάνδαλα, και οι αποκαλύψεις της Ντάγκαν φαίνονται απλά να επιβεβαιώνουν τις επικρίσεις όσον αφορά στο κύρος ενός θεσμού που σε μεγάλο βαθμό έχει αποτύχει να παρακολουθήσει την εξέλιξη της ποπ μουσικής. Σε όλη τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, περίοδο απόλυτης σχεδόν κυριαρχίας του hip-hop στο σύγχρονο μουσικό στερέωμα, μόνο ένας μη λευκός καλλιτέχνης, ο Bruno Mars, κατάφερε να κερδίσει βραβείο Grammy στην κατηγορία άλμπουμ της χρονιάς.

Δεν είναι λίγοι οι σούπερ σταρ της δισκογραφίας που έχουν εκφράσει στο πρόσφατο παρελθόν την έντονη δυσαρέσκειά τους για τις συντηρητικές και συχνά ακατανόητες επιλογές της Δισκογραφικής Ακαδημίας. Το 2016 ο Frank Ocean αρνήθηκε να υποβάλλει το άλμπουμ του “Blonde” στη λίστα με τα δυνάμει υποψήφια για Grammy άλμπουμ, δηλώνοντας στους New York Times ότι η διαδικασία των βραβείων «μοιάζει να μην εκπροσωπεί τους ανθρώπους που προέρχονται από εκεί που προέρχομαι εγώ». Στην περσινή ομιλία του μετά την αποδοχή του βραβείου καλύτερου «ραπ» τραγουδιού, ο Drake επιχείρησε να υποβαθμίσει τη σημασία τέτοιων βραβείων στο σύγχρονο μουσικό τοπίο, ενώ δύο χρόνια πριν είχε εκφράσει την απορία του για την επικράτησή του στην ίδια κατηγορία με το τραγούδι “Hotline Bling”, ένα τραγούδι που, όπως σημείωνε «δεν έχει καμία σχέση με το ραπ». Ακόμα και ο Kanye West που έχει κερδίσει 21 βραβεία Grammy – κανένα όμως στις μεγάλες κατηγορίες – έχει επιτεθεί κατά καιρούς στον θεσμό με ποικίλους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς.  

Κι όμως, τα βραβεία Grammy παραμένουν η πιο σημαντική τελετή μουσικών βραβείων, εν μέρει γιατί δεν έχουν να αντιμετωπίσουν κάποιο σοβαρό ανταγωνισμό. Τα Βραβεία Αμερικανικής Μουσικής (American Music Awards) βασίζονται στην ψηφοφορία του κοινού, τα Μουσικά Βραβεία του Billboard στις επίσημες πωλήσεις και τα βραβεία του MTV παριστάνουν ότι το MTV εξακολουθεί ως μέσο να έχει κάποιο ειδικό βάρος στη σύγχρονη δισκογραφία. (Γύρω στα 20 εκατομμύρια παρακολούθησαν την περσινή τελετή των βραβείων Grammy στην τηλεόραση, η τηλεθέαση όμως παρουσιάζει σημαντική πτώση τα τελευταία χρόνια στην πιο σημαντική δημογραφική ομάδα, στις ηλικίες δηλαδή από 18 ως 49 ετών).  

Φαινομενικά, η διαδικασία επιλογής των υποψηφίων και των τελικών νικητών, είναι αξιοκρατική, η αλήθεια όμως είναι πολύ πιο σύνθετη και προβληματική. Οι υποψηφιότητες διαμορφώνονται από μια πλειάδα επιτροπών – ειδικά όσον αφορά στις μεγάλες κατηγορίες – η σύνθεση των οποίων παραμένει μυστική. Στην οποία, όπως άφησε να εννοηθεί η Ντάγκαν στο υπόμνημά της, πρόκειται για μια κλειστή «σέχτα» με βασικό κριτήριο τις διασυνδέσεις στα υψηλά κλιμάκια της δισκογραφικής βιομηχανίας.   Με υποψηφιότητες όπως αυτές της Billie Eilish και της Lizzo σε βασικές κατηγορίες, η φετινή τελετή επιχειρεί να σημάνει ένα κλίμα ανανέωσης του θεσμού, αν όμως δεν αλλάξει ριζικά η λειτουργία του θεσμού, οι πιο «προχωρημένοι» εκπρόσωποι της σύγχρονης μουσικής παραγωγής, αναπόφευκτα θα αναζητήσουν άλλες πλατφόρμες, αφήνοντας τα βραβεία Grammy στην ανυποληψία και εν τέλει στην ανυπαρξία.